ἀναργύρους

ἀναργύρους
ἀνάργυρος
without silver
masc/fem acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ἀναργυροῦς — ἀναργῡροῦς , ἀνά ἀργυρόω to cover with silver pres ind act 2nd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Χίος — Νησί (841,58 τ. χλμ., 52.184 κάτ.) του Αιγαίου, που εκτείνεται παράλληλα προς τη μικρασιατική ακτή, στη χερσόνησο της Ερυθραίας, από την οποία χωρίζεται με δίαυλο πλάτους 7 χλμ. Πρωτεύουσα του νησιού είναι η ομώνυμη πόλη, η X. ή Χώρα όπως την… …   Dictionary of Greek

  • Αγίων Αναργύρων, μονή — Ονομασία μοναστηριών. 1. Ανδρικό μοναστήρι στην Αρναία του νομού Χαλκιδικής. Εξαρτάται από τη μητρόπολη Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αδραμερίου. 2. Γυναικείο μοναστήρι στον νομό Αργολίδος, στον δρόμο από το Κρανίδι προς την Ερμιόνη. Εξαρτάται από τη …   Dictionary of Greek

  • Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Τέχνη (Σύγχρονη) — Η ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ 19ου & ΤΟΥ 20ού αι. Εξετάζοντας την ελληνική εικαστική δημιουργία σήμερα, μπορούμε να καταλήξουμε στις εξής παραδοχές: α) παρουσιάζει έργα με μεγάλο… …   Dictionary of Greek

  • Ερμόλαος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ιερέας που καταγόταν από τη Νικομήδεια. Όταν ο Μαξιμιανός διέταξε την πυρπόληση του χριστιανικού ναού της Νικομήδειας, ο Ε. κατόρθωσε να διασωθεί. Αργότερα όμως αποκεφαλίστηκε μαζί με τους ιερείς… …   Dictionary of Greek

  • Κύθηρα — I Νησί (278 τ. χλμ., 3.354 κάτ.) στη συμβολή του Ιονίου, του Μυρτώου και του Κρητικού πελάγους. Βρίσκεται απέναντι από τον Λακωνικό κόλπο, ΝΔ του ακρωτηρίου Μαλέας. Υπάγεται διοικητικά στη νομαρχία Πειραιώς του νομού Αττικής. Το σύνολο των… …   Dictionary of Greek

  • Πιτσαμάνος ή Πιτζαμάνος — (και Μπιτζαμάνος). Με το όνομα αυτό είναι γνωστοί αρκετοί μεταβυζαντινοί ζωγράφοι, η συγγένεια και η σχέση των οποίων δεν έχει εξακριβωθεί, ούτε πολλά στοιχεία σχετικά με τη ζωή τους είναι γνωστά. Κατά μια εκδοχή, η οικογένεια κατάγεται από τη… …   Dictionary of Greek

  • Πρέσπα — (ή Βρυγηίς). Όνομα 2 λιμνών, της Μεγάλης Π. και της Μικρής Π., που βρίσκονται στο βορειοδυτικό τμήμα της Μακεδονίας, στον νομό Φλώρινας (υψόμ. 850 μ.), και ανήκουν και η Μεγάλη (συνολική επιφάνεια 270 τ. χλμ.) στην Ελλάδα (37 τ. χλμ.), στην πρώην …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”